17 Φεβ 2014



Παρουσίαση μουσικής
351. Stavento
STAVENTO
1999 - Δίσκοι Κύτταρο Κομοτηνή

Με τίτλο Stavento, την υπήνεμη πλευρά του πλοίου, η τέταρτη παραγωγή του μουσικού & συνθέτη Θανάση Γκαϊφύλλια μέσα από το "Κύτταρο" της Κομοτηνής. Εννέα τραγούδια που ενορχήστρωσαν ο Βασίλης Δημητρίου, ο Απόστολος Δημητρακόπουλος και ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας. Συμμετείχαν: Κ. Γρηγορέας (κιθάρα), Κ. Θέος (τσέλο), Β. Γκέκα (μαντολίνο), Π. Δράκος (φλάουτο), Χ. Παύλης, Μ. Παπαδόπουλος, Θ. Καλαϊτζόγλου, Χ. Παύλης (ηλεκτρική κιθάρα), Θ. Μπιλιλής (πιάνο), Γ. Οικονομίδης (τρομπέτα), Σ. Κιόσογλου (κλαρίνο), Γ. Γκερτσάκης (ακουστική κιθάρα & φυσαρμόνικα), Γ. Κιουρτσόγλου, Ν. Καρατζής, Μ. Κυμηνάς, Μ. Μπουκάλης, Δ. Γουμπερίτσης (μπάσο), Χ. Αρμένης (βιόλα), Β. Δημητράκη (ακορντεόν), Α. Κτιστάκης, Σ. Ψαραδάκης, Α. Παπαδόπουλος, Ν. Καπηλίδης (τύμπανα), Μ. Καναβάκη, Γ. Πεντζίκης (πλήκτρα), Ν. Φουντουκίδης (τύμπανα και γκραν-κάσα), Κ. Παγωνίδης (κρουστά), Χ. Καπετανάκης (τενόρο σαξόφωνο), Θ. Μιχόπουλος, Μ. Αρμπελιάς, Α. Δημητρακόπουλος, Μ. Πασχαλίδης (κιθάρα), Μ. Κηπουρού (βιολί), Κ. Ζαρίμπας (κόρνο), Δ. Μενεξές (τρομπόνι), Θανάσης Γκαϊφύλλιας (ρυθμική & ακουστική κιθάρα, πιάτα). Τραγουδούν: Μίλτος Πασχαλίδης, Χρήστος Θηβαίος, Παιδική Χορωδία Δημήτρη Τυπάλδου, Κοινότητα Απεξάρτησης «Στροφή» και το σχήμα «Σαν» (χορωδία: Κατερίνα Παπουτσάκη και Πέννυ Παναγοπούλου).
Ποίηση: Θανάσης Αβραμίδης
Stavento
Μ' οργή και κακιωμό ένας τυφώνας
το πέλαγο βαθιά ανακατεύει
και λύτρωση η ψυχή μου να γυρεύει
τη νύχτα αυτή που γίνηκε αιώνας.
Το sos έχει η καρδιά μου τώρα εκπέμψει
την ύστατη απευθύνω ικεσία
σε μια αφροντυμένη οπτασία
δική σου, έχει ο νους μου πια σαλέψει.
Σταβέντο περπατάω στην κουβέρτα
και μέσα στο χαμό παραμιλάω
τα κύματα με πάνε και δεν πάω
σε ξέφρενο αλήθεια σούρτα-φέρτα.
Δεν έχω πια κορμί, έχω κουρέλια,
σμπαράλια το σαρκίο μου έχει γίνει,
που καίγεται σε διάπυρο καμίνι,
θα πέσω κι ας κρατιέμαι από τα ρέλια.
Το πέλαγος αυτό θα με δροσίσει,
δυο μέτρα μένουν ως το παραπέτο
κι ο χάρος πειρατής μ' ένα μουσκέτο,
μεσόφρυδα όπου να ναι θα χτυπήσει.
Ανάξιο της θάλασσας θρασίμι,
που αγέρωχη αφρίζει από κάτου,
η άλλη όψη θα ναι του θανάτου.
Λικνίζομαι κι εγώ σ' ένα ταξίμι
πνιγμένου ναυτικού οργανοπαίχτη,
που αγάπησε πολύ ωσάν κι εμένα
κι ονείρατα στη θάλασσα αφημένα
τον δίκασαν τον άμοιρο σαν φταίχτη.
Και πριν τη δυστυχία μου να ρίξω
στο πέλαγο που μαίνεται ακόμα,
φιλί γλυκό μου έδωσες στο στόμα,
εγώ στην αγκαλιά μου θα σε πνίξω
μου σφύριξες, και τέρμα το παλάντζο.
Διαλέγω τη ζωή που δεν ορίζω,
πως θάρθεις να με βρεις ξανά ελπίζω
κι η πόρτα της καρδιάς μου είναι στο γάντζο.