27 Δεκ 2013



Παρουσίαση μουσικής
344.Μικρή μου σελήνη
ΤΑ ΩΡΑΙΟΤΕΡΑ ΜΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
PHILIPS, 1991


Το τραγούδι αυτό του Αργύρη Κουνάδη πρωτοκυκλοφόρησε σε 45άρι το 1962 και αργότερα συμπεριελήφθη στον δίσκο 33 στροφών «Τα ωραιότερά μου τραγούδια» της Τζένης Βάνου που εκδόθηκε το 1991. Τα λόγια, που ξαφνιάζουν είναι από τις σπάνιες στιχουργικές εμφανίσεις του Μίνου Αργυράκη. Η τρυφερή μουσική του Αργύρη Κουνάδη ταιριάζει με την βελούδινη, αβίαστη φωνή της Τζένης Βάνου.
«Μικρή μου σελήνη»
Είμαστε τόσο μόνοι,
μόνοι μικρή μου Σελήνη,
τόσο μοναχικοί,
αγαπημένη μικρή μου Σελήνη.
Μια φορά κι έναν καιρό
πηγές με γάργαρο νερό
βάφαν λεύκο το γιασεμί,
βάφαν γαλάζια την αυγή.

22 Δεκ 2013



Παρουσίαση μουσικής
343. Χριστούγεννα
Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
ΑΚΤΗ, SONY MUSIC, 2003


Ο 4ος δίσκος του τραγουδοποιού Φοίβου Δεληβοριά περιέχει το επίκαιρο, αλλά και αντισυμβατικό τραγούδι των Χριστουγέννων με τους πολύ καλούς στίχους και τον απρόσμενο μουσικό επίλογο, που ξαφνιάζει ευχάριστα.
Χριστούγεννα
Δεν περιμένω όμως τίποτα πια
Τον Αι Βασίλη απλώς τον λέγαν μπαμπά
Κι είν’ ένας πρώην Έλλην αριστερός
Ένας θνητός
Με τ’ όνειρό του δίχως στέγη καμιά
Και το ανοιξιάτικο κορίτσι - μαμά
Πλακώνεται απ’ τη συνταγή την παλιά
Οι μυρωδιές θυμίζουν κάτι βαρύ
Κάποια πληγή
Που απλώς δε θέλουμε ν’ ανοίξει ξανά
Χριστούγεννα
Τα πλεϊμομπίλ μου είν’ εξαιτίας μου κουτσά
Σβησμένα στη σαμπάνια βεγγαλικά
Ίσως για κάποιους νά ΄ναι ακόμα γιορτή
Μα ποιοι είν’ αυτοί;
Ζουν σε θερμοκοιτίδες ή σε χωριά;
Χριστούγεννα
Κι ό,τι αρχίζω μου πηγαίνει στραβά
Πάντα με πάει σ’ ενός σταυρού τα καρφιά
Και πότε-πότε τα καρφώνω κι εγώ
Σε άλλον αμνό
Έτσι ήταν πάντα κι έτσι θά `ναι ξανά
Χριστούγεννα
Κι εσύ τι θες απ’ τη ζωή μου ξανά;
Με τα λαμπιόνια σου τα θανατερά
Και το φιλί σου πάντοτε αποδεκτό
Πως σε μισώ
Θες νά `σαι η ίδια και ν’ αλλάζω εγώ
Με θες προσωπικό σου δημιουργό
Μη λες πως μοιάζω με τον Ντόναλντ εγώ
Λάμπω εγώ
Μα μ’ ένα σπότλαϊτ που δε μου είναι αρκετό
Χριστούγεννα
Τι φταίω που αν λείπεις η ζωή μου διψά
Το γαϊδουράκι της τραβάει αργά
Να βρει ένα πανδοχείο νυχτερινό
Να `ναι ανοιχτό
Ή έστω μια φάτνη να χωράει το κενό
Χριστούγεννα
Χωρίς αυτά ο χρόνος δεν ξεκινά
Βοσκούς μαζεύω, μάγους από μακριά
Γιορτάζω για ν’ αλλάξουμε οριστικά
Χρόνια πολλά
Χωρίς να προσποιούμαι τίποτα πια

15 Δεκ 2013

Παρουσίαση μουσικής
342. Θα σ’ αγαπώ
ΤΗΕ ΑΤΗΕΝΙΑΝ PROJECT
ΙΔΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ, 2013


Ο Πρίαμος Μωράκης γιός του Τάκη Μωράκη και της Νάντιας Κωνσταντοπούλου κυκλοφόρησε αυτό τον δίσκο, που περιέχει πολλά κομμάτια του πατέρα του  διασκευασμένα σε jazz. Ο ίδιος λέει για το πείραμα αυτό ότι «... επίκεντρο του ήταν ο ελληνικός στίχος με jazz μουσικό υπόβαθρο και με βάση αυτό έγινε η επιλογή των κομματιών» Για τον πατέρα του γράφει: «... έπαιζε jazz ήδη πριν τον πόλεμο. Τα ινδάλματά του ήταν οι Stephan Crapelli, ο Django Reinhardt, o Nat King Cole και άλλοι ανάλογοι. Σαν μαέστρος αργότερα ακολούθησε τον ήχο των big bands με πρότυπα του τους Duke Ellington, Count Basie και Glenn Miller».
Στις πολύ καλές ενορχηστρώσεις των εγχόρδων συμμετείχε και ο γνωστός φίλος της «Πολιτείας» Τάσος Ρωσόπουλος. Παίζουν οι μουσικοί:  Δημήτρης Καλατζής (πιάνο), Χρήστος Ραφαηλίδης (βιμπράφωνο), Μάνος Λούτας και Περικλής Τριβόλης (μπάσο), Φίλιππος Παπάς (τενόρο σαξόφωνο), Λέανδρος Φράτνικ και Δημήτρης Κακαβούλης (ντραμς) και Σωκράτης Γανιάρης (κρουστά). Όλα τα κομμάτια ερμηνεύει η Πηνελόπη Τζανετάκη, μουσικολόγος από το Ιόνιο πανεπιστήμιο. Το συγκεκριμένο τραγούδι του 1951 σε στίχους Κώστα Κοφινιώτη έχει τίτλο «Θα σ’ αγαπώ» και είχε γίνει  γνωστό με τη φωνή του Σώτου Παναγόπουλου.
Θα σ’ αγαπώ κι όταν δεν είσαι κοντά μου
πάντα θα ζεις στην πληγωμένη καρδιά μου
κι αν ο καιρός περνά στης μοναξιάς μου τη λύπη
για μένα της χαράς θα ξανανθίζουν οι κήποι
θα σ’ αγαπώ σκέψη δική σου θα γίνω
θα σ’ αγαπώ της φαντασίας μου κρίνο
στη ψεύτρα τη ζωή με τ’ όνομά σου θα σβήνω
ως τη στερνή μου πνοή.

10 Δεκ 2013



Παρουσίαση Βιβλίου
Ο μικρός Έλληνας
Εκδ. Εξάντας, 2013











Στα γαλλικά ο Βασίλης Αλεξάκης ονόμασε το νέο του βιβλίο «L’enfant grec». Στα ελληνικά, που το έγραψε εκ των υστέρων, «Ο μικρός Έλληνας». Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για τον τίτλο του διάσημου ποιήματος του Βίκτορος Ουγκώ, στη γαλλική του εκδοχή και στην ελληνική του μετάφραση από τον Κωστή Παλαμά.
Γιατί το έκανε αυτό; Μα γιατί το μυθιστόρημά του τοποθετείται στο σήμερα, εποχή που η Ελλάδα δυσφημίζεται έως και καθυβρίζεται καθημερινά από τον ξένο Τύπο. Και αναπολεί, με ειλικρίνεια αλλά όχι και χωρίς μία λεπτή ειρωνεία, δημοσιεύματα άλλων εποχών, όταν οι ξένοι εξιδανίκευαν την Ελλάδα και την Επανάστασή της.
Ενδεχομένως να αναπολεί όχι μόνο άλλους ξένους, αλλά και άλλους Έλληνες. Σε ένα κεφάλαιο του μυθιστορήματος εμφανίζεται ο Γιώργος Θαλάσσης, ο «Μικρός Ήρως» του Ανεμοδουρά, μαζί με τους συντρόφους του, την Κατερίνα και τον Σπίθα.
Μόνο που τώρα ο Θαλάσσης, που άλλοτε πολεμούσε τους γερμανούς κατακτητές, είναι γέρος και παραιτημένος, μένει σε δυάρι στο Σύνταγμα και έχει μια πενιχρότατη σύνταξη. Η Κατερίνα έχει παντρευτεί γερμανό ελληνιστή και ο Σπίθας έγινε μεγαλοεργολάβος.
Ο γερμανός σύζυγος της Κατερίνας λέει μάλιστα αστειευόμενος ότι όλοι οι βορειοευρωπαίοι συνταξιούχοι ονειρεύονται τώρα να πάρουν για ένα κομμάτι ψωμί σπιτάκι στις Κυκλάδες και να τελειώσουν όμορφα τις ημέρες τους. «Η Ευρώπη ονειρεύεται να τη θάψουν στην Ελλάδα!», λέει ο Αλεξάκης σε μια φοβερή φράση του, που απεικονίζει εύγλωττα τη σημερινή ευρωπαϊκή παρακμή.
Αλλού λέει ότι οι λογοτεχνικοί ήρωες των ελληνικών βιβλίων δεν είναι ποτέ τσιγκούνηδες, ενώ φαντάζεται τον Ζορμπά, που συνήθιζε να μοιράζει το βιός του σε παιδιά για να αισθάνεται ανάλαφρος, να πηγαίνει στην Μπούντεσταγκ οργισμένος. Και, όπως κάνει πάντα όταν έχει πολλά να πει και δεν μπορεί να τα εκφράσει, να χορεύει μπροστά στους αποσβολωμένους βουλευτές.
Το θέμα όμως του βιβλίου δεν είναι αυτό. Για την ακρίβεια είναι δύσκολο να μιλήσεις για συγκεκριμένο «θέμα» στο πιο εσωτερικό, υπαρξιακό και ταυτόχρονα αυτοσαρκαστικό μυθιστόρημά του των τελευταίων χρόνων. Είναι ένα βιβλίο που γεννήθηκε από ένα τραύμα και από την επιμονή του γάλλου εκδότη του – που πέθανε πρόσφατα – να γράψει για το τραύμα αυτό προκειμένου να το ξεπεράσει. Βιβλίο μάλιστα που έχασε στο νήμα το Βραβείο Γκονκούρ – παράδοξη επιτυχία, όταν το σημείο εκκίνησης δεν είναι μια συγγραφική φιλοδοξία αλλά ένα είδος ψυχοθεραπευτικής δοκιμής.
Όλα ξεκίνησαν από μία βραδινή εκδήλωση της Fnac στην πόλη Αιξ της Προβηγκίας, όπου είχε προσκληθεί να μιλήσει. Αλλά και από κάποιες απεργίες που είχαν φρακάρει το Παρίσι. Ο Αλεξάκης ξεκίνησε πρωί για τον σιδηροδρομικό σταθμό καλώντας μοτοταξί – ο μόνος τρόπος να φτάσει στον προορισμό του. Άρχισε να πονάει πάνω στη μοτοσικλέτα καθώς ο οδηγός «ελισσόταν σαν διάολος» ανάμεσα στα μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα. Το βράδυ στην εκδήλωση περίπου κατέρρευσε. Του βρήκαν ανεύρυσμα, μια φρακαρισμένη, όπως και οι δρόμοι του Παρισιού, αρτηρία στο αριστερό πόδι.
Στο βιβλίο γράφει για τον οδηγό της μοτοσικλέτας: «Συνειδητοποίησα ότι το πρόσωπο αυτού του ανθρώπου μου ήταν άγνωστο, ότι δεν είχε βγάλει ούτε μία στιγμή το κράνος του, ούτε καν όταν χωρίσαμε μπροστά στο καμπαναριό του σταθμού. Ήταν ο θάνατος, σκέφτηκα. Ο θάνατος δεν δείχνει ποτέ το πρόσωπό του».
Δεν πρόκειται βέβαια για μελόδραμα. Ο Βασίλης Αλεξάκης χειρουργήθηκε, του έβαλαν μόσχευμα από το άλλο πόδι, και μετά μετέτρεψε την περιπέτειά του σε έξυπνο, χιουμοριστικό, βαθύ πεζογραφικό λόγο, με πλήθος ωραίων παρατηρήσεων. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο ατού του βιβλίου: οι καίριες παρατηρήσεις για πολλά απρόβλεπτα θέματα – στη διάρκεια της ανάρρωσής του είχε άφθονο χρόνο να παρατηρήσει και να σκεφθεί.
Στο βιβλίο διαβάζει κανείς για τις περιπλανήσεις του με πατερίτσες στον Κήπο του Λουξεμβούργου, για το εστιατόριο του Κήπου, τον Γκινιόλ – γάλλο Καραγκιόζη – που έβλεπε εκεί, τις δημόσιες τουαλέτες, έναν παλιό βιβλιοθηκάριο της Γερουσίας που τον ξενάγησε στο επιβλητικό αυτό κτίριο. Και διαβάζει και για μερικές από τις ωραιότερες περιπλανήσεις του στη λογοτεχνία.
Ο Βασίλης Αλεξάκης κάνει στο βιβλίο αυτό έναν απολογισμό. Απολογισμό των διαβασμάτων που τον έπλασαν, απολογισμό των όσων έπραξε ο ίδιος στη συγγραφική αλλά και στην ιδιωτική του ζωή, απολογισμό των σχέσεών του με το γυναικείο φύλο, με τα δύο παιδιά του που γεννήθηκαν στη Γαλλία και που ζουν ένα εδώ και ένα εκεί, με την ίδια του τη σχέση, τελικά, με αυτές τις δύο πατρίδες. Όλο του το έργο έχει να κάνει με τη διπλή ταυτότητα, τις δύο γλώσσες και τις δύο πατρίδες, εδώ όμως νιώθει κανείς ότι υπάρχει κάτι πιο οριστικό, ένα είδος απόφασης. Μια πλάστιγγα που γέρνει προς την Ελλάδα. Δεν είναι αναγκαστικά μια δραματική επιλογή. Είναι η ίδια η ζωή, το ανεύρυσμα, εκείνος που μεγαλώνει, η Ελλάδα που τραυματίζεται, η Γαλλία που δεν καλοκαταλαβαίνει και το ότι αν είναι κάτι να γίνει, αναγεννητικό ή απόλυτα καταστροφικό, θα γίνει μάλλον εκεί από όπου ξεκίνησε...
(κείμενο του Μανώλη Πιμπλή από το Βιβλιοδρόμιο των Νέων)

3 Δεκ 2013



Παρουσίαση μουσικής
341. Έρχεται κρύο
ΠΕΡΙΠΟΥ
LYRA, 1984


Ο Δίσκος περιλαμβάνει συνθέσεις του Λάκη Παπαδόπουλου. Γνωστός ως «Λάκης με τα ψηλά ρεβέρ» κατ’ επιλογή του, έχει γράψει πολλά επιτυχημένα τραγούδια, μόνος ή σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνης του χώρου της ροκ. Το συγκεκριμένο επίκαιρο κομμάτι με τίτλο «Έρχεται κρύο» είναι σε στίχους Κυριάκου Ντούμου και το τραγουδάει όπως και όλα του δίσκου η αγαπημένη Αρλέτα.
Κι απόμεινα παιχνίδι σ’ ένα
πάρκο που πια κανείς δε
θέλει να το δει. Κι αν κάθομαι
ακόμα και σου γράφω, είναι
γιατί σε πόνεσα πολύ.
Κι απόμεινα μονάχη σ’ ένα
τραίνο που βγήκε κάποια νύχτα
απ’ τη γραμμή. Κι αν κάθομαι
ακόμα κι επιμένω, είναι
γιατί σ’ αγάπησα πολύ.
Κοίτα να ντύνεσαι καλά κι
έρχεται κρύο. Ξέρεις, δεν
είπα πουθενά για μας τους δύο.