25 Σεπ 2010

Παρουσίαση μουσικής
188 Του χωριού το πανηγύρι
ΝΟΣΤΡΑΔΑΜΟΣ
1972

5/17

Ο δίσκος αυτός περιέχει τα αντιπροσωπευτικότερα κομμάτια του ομώνυμου ροκ συγκροτήματος. Οι «ΝΟΣΤΡΑΔΑΜΟΣ» ήσαν πολύ γνωστοί την 10ετία του ’70. Το αποτελούσαν οι: Ιπποκράτης Εξαρχοπουλος (Τσάρλι) – κιθάρα, φωνή, Δέσποινα Γλέζου – κιθάρα, φωνή, Στέλιος Φωτιάδης – μπάσο, φωνή, και Chris King – φωνή. Διακρίθηκαν στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Θεσσαλονίκης το 1972 και διαλύθηκαν το 1974. Το συγκεκριμένο κομμάτι έχει ενδιαφέροντα στίχο, με πολλούς δυστυχώς παρατονισμούς, χαρακτηριστικό των άπειρων στιχουργών. Η μουσική σύνθεση με τα χάλκινα πνευστά θυμίζει πολύ δημιουργίες του Διονύση Σαββόπουλου της εποχής. Το ερμηνεύει η Δέσποινα Γλέζου.
Πολλά ήταν τα σφάλματα που έκανα πριν δω
ότι η ζωή που διάλεξα δεν θέλει χωρατό.
Φιλίες έκανα πολλές, που μούτρωγαν το βιός
έτσι κι εγώ κατέληξα να ζω σαν μοναχός.
Επήρα τα βουνά λοιπόν και βρήκα ένα χωριό,
ψεύτικο ήταν πλαστικό κι ούτε σταλιά νερό.
Κόσμος πολύς μαζεύονταν γύρω απ’ τις πλατείες,
τις Κυριακές συνήθιζαν να λένε ιστορίες.
Έτσι κι εγώ εκάθησα γιατί είχα απορίες,
μήπως ακούσω τίποτα για νέες θεωρίες.
Εκεί κάποιος εμίλαγε σε μια ομήγυρη.
Έλεγε ότι είναι ο αρχηγός σε κάποιο πανηγύρι.
Μα τι κακό με μένανε, τι δυσπιστία που έχω,
γυρνώ, ρωτώ και μ’ απαντά: «τίποτα δεν κατέχω».
Έτσι κι εγώ αποφάσισα και σας χαλώ χατίρι
κι έγινα τότε ο αρχηγός σε κάθε πανηγύρι.

19 Σεπ 2010

Παρουσίαση μουσικής
187. Μουσική για την Εμινέ
ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ
Columbia 1966, MINOS 2008


Μουσική και τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι για τη θεατρική διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη που ανέβηκε από το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο το 1966 σε σκηνοθεσία Μάνου Κατράκη.
Οι στίχοι των τραγουδιών σχηματίστηκαν από αυτούσιες φράσεις του βιβλίου. Την επιλογή και την σύνθεσή τους σε επτά ενότητες έκανε ο Γεράσιμος Σταύρου. Τραγουδά ο Γιώργος Ρωμανός.
Ο Καπετάν Μιχάλης του Νίκου Καζαντζάκη, κατά θεατρική διασκευή Γεράσιμου Σταύρου και Κώστα Κοτζιά, σίγουρα δεν θα έμενε σαν θεατρική παράσταση να θυμίζει κάτι στους άλλους, αν δεν υπήρχε η μουσική που έφτιαξε ο Μάνος Χατζιδάκις για την παράσταση, μια μουσική που μου φαίνεται ότι πληρεί και με το παραπάνω την έννοια «μουσική των αισθήσεων»
(Xάρης Μαγαληνός, από το περιοδικό ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ, αρ. 75-76, Σεπτ.-Δεκ. 1994.)

14 Σεπ 2010

Παρουσίαση μουσικής
186. Πιό πολύ κι’ από τα μάτια
ΔΕΣ ΤΙ ΛΑΜΠΡΟ ΦΕΓΓΑΡΙ
Eros Music 2005

6/18

Ο δίσκος αυτός περιέχει τραγούδια για παιδιά τραγουδισμένα από παιδιά της χορωδίας του Δημήτρη Τυπάλδου. Ο Μίκης Θεοδωράκης κάνει τα πρώτα συνθετικά του βήματα σε ηλικία μόλις 12 χρονών, γράφοντας «Ρομάντζες» για φυσαρμόνικα και τα πρώτα του τραγούδια. Το 1939 στον Πύργο αρχίζει να μελοποιεί ποιήματα απ' το «αναγνωστικό» του σχολείου του και τα βιβλία του πατέρα του. Έτσι, ντύνει με μουσική μεταξύ άλλων και το ποίημα του Παλαμά «Πιο πολύ κι από τα μάτια».
Ο ίδιος γράφει «Ακούγοντας τώρα ξανά τα Παιδικά Τραγούδια, ξαναβρίσκω τον πυρήνα του μουσικού εαυτού μου. Σε μερικά απ' αυτά θα βρει κανείς τα «μουσικά μόρια», τους «μουσικούς αρμούς», που μέσα απ' τα τραγούδια μου, που έγιναν αργότερα γνωστά, βρήκαν άμεση σχέση και απήχηση στον κοινό ακροατή, που είναι ο συνομιλητής μου».
Το συγκεκριμένο κομμάτι, όπως και πολλά άλλα του δίσκου υπάρχουν και στον άλλο δίσκο του συνθέτη με τίτλο: «40 τραγούδια για παιδάκια και παιδιά» με την χορωδία του Δημ. Ωδείου Λάρισας υπό τον Δ. Καρβούνη που εκδόθηκε το 1996. Προτιμήσαμε την απόδοση της χορωδίας Τυπάλδου για το μπρίο της και την πιο ρυθμική ενορχήστρωση, από την λυρική και κλασικότερη της «Λάρισας».

Πιό πολύ κι’ από τα μάτια αξίζουν
και τα λαχταρώ
τούτον τον καιρό
τα χειλάκια.
Λάμπουνε στο διάβα τους οι δρόμοι
σαν από χαρά.
Ξόβεργα τριανταφυλλιά
ξόβεργα τα χειλάκια
στα πυρά πουλιά.

8 Σεπ 2010

Παρουσίαση βιβλίου
Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ)
1946-1949
Νίκος Μαραντζίδης
Εκδ. Αλεξάνδρεια, 2010






Στο βιβλίο επιχειρείται η περιεκτική παρουσίαση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, του αντάρτικου στρατού του ΚΚΕ κατά τα χρόνια 1946-1949. Συνδυάζοντας την περιγραφή με την ανάλυση, σκιαγραφούνται τα βασικά χαρακτηριστικά του ΔΣΕ στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, προκειμένου ο αναγνώστης να κατανοήσει τι ήταν και πώς δρούσε αυτός ο στρατός.
Η πρόσβαση σε μέχρι πρότινος κλειστά αρχεία και ο μεγάλος αριθμός μαρτυριών και απομνημονευμάτων για τον εμφύλιο πόλεμο βοήθησε τις ιστορικές έρευνες να επιστρέψουν σε παλιότερα ερωτήματα και θέματα ταμπού και να προχωρήσουν σε νέα θεματικά πεδία με μεγαλύτερη ερευνητική νηφαλιότητα σε σχέση με το παρελθόν. Αργά αλλά σταθερά καλύπτονται τα κενά που υπάρχουν για ναι σειρά όψεις του εμφυλίου πολέμου και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Ολοένα και περισσότερο κατανοείται πως το ζήτημα δεν είναι η διαιώνιση της μυθοπλασίας για τον "άπαρτο Γράμμο και το απάτητο Βίτσι", ούτε η άγονη προσπάθεια αναζήτησης του "τι έφταιξε και χάσαμε" αλλά η διερεύνηση των γνώσεών μας για τα σκληρά εκείνα χρόνια.

Εντέλει, πολύ περισσότερο από την ηρωική διάσταση ή το ιδεολογικό πείσμα της ηγεσίας του ΚΚΕ και ενός αριθμού στελεχών και μαχητών του ΔΣΕ, η μελέτη της περιόδου αναδεικνύει τη βαθύτατη ανθρώπινη τραγωδία νέων κυρίως ανθρώπων, ανδρών και γυναικών αλλά και παιδιών, που κατά βάση στρατολογήθηκαν βίαια και υποχρεώθηκαν να πολεμήσουν κάτω από μια ηγεσία που δεν εμπιστεύονταν, σε ένα πόλεμο που δεν πίστευαν και τον οποίο δεν μπορούσαν να κερδίσουν.

Το βιβλίο του Νίκου Μαραντζίδη με θέμα τον ΔΣΕ χρησιμοποιεί ένα πλήθος τεκμηρίων από τα αρχεία του ΚΚΕ και του ΔΣΕ (ΑΣΚΙ), του Ελληνικού Στρατού, των πρώην κομμουνιστικών χωρών, καθώς και μαρτυρίες μελών και αντιπάλων του ΔΣΕ.
Σε κάθε εμφύλιο, η σύγκρουση στο εσωτερικό της πολιτικής κοινότητας καταργεί τα όρια ανάμεσα σε στρατιώτες και αμάχους, ενώ η βία συχνά υπερβαίνει τους κανόνες της ένοπλης αντιπαράθεσης, δημιουργώντας ζώνες «ανομίας» όπου η επιδίωξη της πολιτικής εξουσίας συμπεριλαμβάνει ακόμα και την εξόντωση του εσωτερικού εχθρού. Αυτές είναι οι κατ΄ εξοχήν όψεις της εμπειρίας που απωθούνται από τη δημόσια μνήμη. Κατά κανόνα μετά τη λήξη της σύγκρουσης, όσοι συμμετείχαν αποσιωπούν αυτές τις πλευρές ή, στην καλύτερη περίπτωση, τις παραμορφώνουν, δαιμονοποιώντας τη βία του αντίπαλου στρατοπέδου ή/και ηρωοποιώντας τη δική τους ένοπλη δράση.
Σε ό,τι αφορά τον ελληνικό Εμφύλιο ειδικότερα, οι σιωπές και οι μύθοι των δύο στρατοπέδων έχουν γίνει αντικείμενο μελέτης εδώ και μια εικοσαετία.
Το πρώτο μέρος του πρώτου κεφαλαίου αποτελεί μια αναδρομή στους μύθους και τις σιωπές της επίσημης Αριστεράς, από τον Ζαχαριάδη στην αποσταλινοποίηση κι από εκεί στις μεταπολιτευτικές σιωπές και ιδεολογικές χρήσεις από το ΚΚΕ και «δευτερευόντως τώρα τελευταία από τον ΣΥΡΙΖΑ».
Τα επόμενα κεφάλαια επιχειρούν να καταρρίψουν τους βασικούς μύθους και τις σιωπές της Αριστεράς για τον ΔΣΕ. Το δεύτερο κεφάλαιο εκτιμά πως «το ΚΚΕ επέλεξε να εξαπολύσει τον αγώνα του στηριζόμενο ολοκληρωτικά στον εξωτερικό παράγοντα κι όχι σε μια εσωτερική κοινωνική δυναμική», παρουσιάζοντας μια «κάθε άλλο παρά αποσπασματική και πρόχειρη» στήριξη από τις Λαϊκές Δημοκρατίες. Έπειτα, παρουσιάζοντας τη δημογραφική σύνθεση του ΔΣΕ, ο συγγραφέας περιγράφει ένα στρατό αποτελούμενο κατ΄ αρχάς από αγράμματους αγρότες και ύστερα κατά πλειοψηφία από μειονοτικούς (κυρίως σλαβόφωνους). Στη συνέχεια παρουσιάζει τον ασφυκτικό έλεγχο του κόμματος και τις αντιθέσεις που δημιουργούσε η διττή διοίκηση των μονάδων από στρατιωτικούς διοικητές και πολιτικούς επιτρόπους. Στο πέμπτο κεφάλαιο αναλαμβάνει να καταρρίψει τον μύθο των «περήφανων μαχητών», περιγράφοντας την έλλειψη ή την αχρηστία του πολεμικού υλικού, την ανύπαρκτη υγειονομική περίθαλψη, τη φθίνουσα ψυχολογία και τις λιποταξίες. Κατόπιν παρουσιάζει τους μηχανισμούς επιτήρησης και απονομής δικαιοσύνης υπό το πρίσμα μιας «τρομοκρατικής διαπαιδαγώγησης των μαζών υπό τον φόβο του βιολογικού αφανισμού». Τέλος, υπό τον τίτλο «ζητήματα ταμπού», ο Μαραντζίδης πραγματεύεται τα ζητήματα της υποχρεωτικής στρατολογίας, της θέσης των γυναικών, του πολέμου των παιδιών και της μεταχείρισης των αιχμαλώτων.
Η ανάγνωση που επιχειρεί ο Μαραντζίδης είναι οπωσδήποτε στρατευμένη, αυτό όμως από μόνο του δεν πρέπει να αξιολογείται ως ελάττωμα. Αντιθέτως, αναγνωρίζοντας τις ιδεολογικές αφετηρίες του και παίρνοντας θέση στη δημόσια συζήτηση με μια ολοκληρωμένη μελέτη, ο συγγραφέας συμβάλλει επιτέλους στον απεγκλωβισμό από μια επίπλαστη αντιπαράθεση- που είχε έως τώρα καλλιεργήσει και ο ίδιος- ανάμεσα σε δήθεν «νηφάλιες επιστημονικές» και «στρατευμένες» ιστορικές προσεγγίσεις.
Ένα ενδιαφέρον βιβλίο, που αξίζει να διαβαστεί με προσοχή, μια που έχει κατηγορηθεί από τα αριστερά για επιλεκτική αποσιώπηση, αντιφάσεις και εγκληματολογική προσέγγιση της ιστορίας του εμφυλίου.

2 Σεπ 2010

Παρουσίαση μουσικής
185.Φαντασία για τρομπέττα & πιάνο
An Anthology of Compositions
Turangalila 2003

12/16

Ανθολογία μουσικών συνθέσεων του Νίκου Ξανθούλη, ο οποίος, εκτός από ειδικός της αρχαίας ελληνικής μουσικής είναι και κορυφαίος τρομπεττίστας.
Μια δυσεύρετη συλλογή αξιόλογων συνθέσεων από έναν σπάνιο μουσικό. To συγκεκριμένο μελαγχολικό κομμάτι ονομάζεται «Φαντασία» και είναι χαρακτηριστικό του ύφους του δημιουργού.