26 Φεβ 2012

Παρουσίαση βιβλίου
Ο Έμπορος της Βενετίας
Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Εκδ. Επικαιρότητα, 1989








Ο Έμπορος της Βενετίας είναι ένα από τα πιο γνωστά έργα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Υπολογίζεται ότι γράφτηκε μεταξύ 1594 και 1597. Αν και ανήκει στις "κωμωδίες" του Σαίξπηρ, έγινε πιο γνωστό για τις δραματικές του σκηνές, όπως η σκηνή στο δικαστήριο, αλλά και για τη σκιαγράφηση του χαρακτήρα τουΕβραίου Σάιλοκ, που θέτει ερωτήματα αντισημιτισμού.
Ο Μπασάνιο, ένας νεαρός από τη Βενετία, θέλει να ταξιδέψει στο Μπελμόντε για να πολιορκήσει την όμορφη και πλούσια κληρονόμο Πόρσια. Γι' αυτό ζητά βοήθεια από το φίλο του, τον έμπορο Αντόνιο, προκειμένου να του δώσει 3000 δουκάτα για τα έξοδα του ταξιδιού του για 3 μήνες. Καθώς όλα τα πλοία του Αντόνιο δεν έχουν ακόμα ολοκληρώσει τα ταξίδια τους στη θάλασσα, ζητά δάνειο από τον Εβραίο τοκογλύφο Σάιλοκ. Καθώς ο Αντόνιο είχε καταφερθεί εναντίον του, κακόβουλα ο Σάιλοκ προτείνει τον εξής όρο στο συμβόλαιο: αν ο έμπορος Αντόνιο αδυνατεί να ξοφλήσει το δάνειό του μέσα στον ορισμένο χρόνο, ο Σάιλοκ θα πάρει μια λίβρα σάρκας από οποιοδήποτε μέρος του σώματός του. Ο Αντόνιο, έκπληκτος από τη "γενναιοδωρία" του Σάιλοκ που δε ζητεί χρήματα ως αντάλλαγμα, αποδέχται τον όρο κι έτσι ο Μπασάνιο, μαζί με το φίλο του, Γκρατσιάνο, φεύγουν για το Μπελμόντε.
Στο Μπελμόντε, η Πόρσια πολιορκείται από μνηστήρες. Στη διαθήκη, όμως, που άφησε ο πατέρας της, έχει ως όρο ότι όλοι οι μνηστήρες θα πρέπει να διαλέξουν ένα από τρία κουτιά: ένα χρυσό, ένα ασημένιο κι ένα από μολύβι. Ένα από τα τρία περιέχει ένα μικρό πορτρέτο της Πόρσια κι αυτός που θα το βρει θα την κερδίσει. Μετά από δυο αποτυχημένες προσπάθειες από τους Πρίγκιπες του Μαρόκου και της Αραγωνίας, ο Μπασάνιο διαλέγει το μολυβένιο κουτί και κερδίζει την Πόρσια. Τα άλλα δυο κουτιά περιέχουν περιπαικτικούς στίχους: από εδώ προέρχεται κι η γνωστή φράση "Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός".
Στη Βενετία, μαθαίνεται πως όλα τα καράβια του έμπορου Αντόνιο έχουν χαθεί στη θάλασσα κι έτσι αδυνατεί να ξεπληρώσει το δάνειο. Ο Σάιλοκ βάζει να συλλάβουν τον Αντόνιο, αποφασισμένος να πάρει εκδίκηση από τους Χριστιανούς, καθώς η κόρη του, Τζέσικα, κλέφτηκε με το νεαρό Λορέντζο κι έγινε Χριστιανή. Τα νέα φτάνουν στο Μπελμόντε, όπου οι δυο νιόπαντροι φίλοι, Μπασάνιο και Γκρατσιάνο, επιστρέφουν εσπευσμένα στη Βενετία, ενώ οι σύζυγοί τους, Πόρσια και Νερίσσα, αποφασίζουν να συμβουλευτούν το δικηγόρο Μπελάριο, ξάδερφο της Πόρσια στην Πάδοβα.
Η δραματική κορύφωση του έργου πραγματοποείται στο δικαστήριο του Δόγη της Βενετίας. Ο Δούκας συμβουλεύεται τον Μπαλτάσαρ, έναν νεαρό μελετητή του νόμου, που έχει καταφτάσει με το βοηθό του, που δεν είναι παρά η Πόρσια κι η Νερίσσα μεταμφιεσμένες. Η Πόρσια ζητά από το Σάιλοκ να δείξει έλεος, αλλά εκείνος αρνείται, οπότε το δικαστήριο του επιτρέπει να πάρει αυτό που ζητά από τον Αντόνιο.
Την τελευταία στιγμή όμως, η Πόρσια αναδεικνύει μια λεπτομέρεια που θα αλλάξει την τροπή του δράματος.
Μικρό απόσπασμα:
Η χάρη που 'χει το έλεος δεν επιβάλλεται, στάζει σαν τη γλυκιά βροχή απ΄τον ουρανό πάνω στο χώμα: είναι διπλά ευλογημένο• βλογάει κι αυτόν που δίνει κι αυτόν που παίρνει: είναι των κραταιών το κραταιότερο• ταιριάζει του θρονιασμένου ρήγα πιο καλά απ' το στέμμα του• το σκήπτρο του έχει δύναμη εξουσίας πρόσκαιρης, αλλά το έλεος είναι πάνω απ' το σκηπτρούχο κύρος... και η γήινη εξουσία μοιάζει πιο πολύ με θεία όταν το έλεος συνοδεύει τη δικαιοσύνη. Λόγιασε τούτο, πως με της δικαιοσύνης την πορεία δεν θα 'βλεπε κανείς μας σωτηρία