2 Απρ 2011

Παρουσίαση μουσικής
213 Η παράσταση
Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΜΑΚΡΙΑ
2007 POLYTROPON-UNIVERSAL

8/10

Στον δίσκο αυτό ο συνθέτης Κώστας Μπραβάκης στέκεται με προβληματισμό και μια διάθεση κριτικής στις σύγχρονες δομές του κοινωνικού ιστού. Πρόκειται για έναν «ηλεκτρισμένο» κύκλο τραγουδιών τόσο μουσικά, όσο και στιχουργικά, έναν ιδιαίτερο τρόπο ανάγνωσης της καθημερινής πραγματικότητας. Ακόμα και ο πιο αισιόδοξος άνθρωπος δεν μπορεί παρά να στέκεται αμήχανος μπροστά στην εικόνα της σημερινής κοινωνίας. Μιας κοινωνίας που υπόσχεται παραδείσους, αλλά διογκώνει ολοένα τα αδιέξοδά της.
Ο ίδιος γράφει: «Κάποιοι μου λένε ότι αυτός ο δίσκος έχει κάτι το απαισιόδοξο, ότι είναι μελαγχολικός και γκρίζος κι εγώ τους απαντώ ότι αυτά μου υπαγορεύει η πραγματικότητα, δε βρίσκω άλλο να γράψω παρά για τις προσωπικές μου εντυπώσεις, για όλα αυτά που εισπράττω καθημερινά. Προσπαθώ να κρίνω όχι μόνο τον κόσμο, μα πρώτα τον εαυτό μου που τον πιάνω μερικές φορές να γλιστράει στην ευδαιμονία του καναπέ.
Με τα τραγούδια αυτά προσπαθώ να θυμηθώ τις μέρες που το τραγούδι ήταν καθημερινός σύντροφός μας, που άνοιγε διάλογο με την κοινωνία και τα προβλήματά της».
Εγκατεστημένος στην Βέροια με την πολυτάλαντη οικογένειά του, διδάσκει και στο ωδείο. «Ευτύχησα να καταφέρω να ζω από τη διδασκαλία της μουσικής κι έτσι να ξεχωρίσω την εργασία απ’ τη δημιουργία.... Εύχομαι σε όλους όσους ασχολούνται με τα ίδια πράγματα, να βρουν τρόπο να ξαναγυρίσουν εκεί όπου ξεκίνησαν. Όταν οι μουσική γι’ αυτούς δεν ήταν τίποτε άλλο από μια ευχάριστη ενασχόληση, ένα χόμπι». (απoσπάσματα από συνέντευξη του δημιουργού στο Music Heaven)
Στο εσώφυλλο του δίσκου διαβάζουμε: «Δεν ξέρω να σας πω τι ακριβώς συνέβη μα ξαφνικά πρωί-πρωί, όλα άρχισαν να λιώνουν. Οι δρόμοι, τα φανάρια, η όμορφη χοντρή περιπτερού, τα κίτρινα ασθενοφόρα και τα κόκκινα παπάκια, οι φρίζες, οι μαρκίζες και οι ξεκρέμαστες κορνίζες, γίνονταν ένα με την ανήσυχη φωνή του εκφωνητή, τις σειρήνες των περιπολικών και τα συνθήματα, που ξεκόλλησαν απ’ τους τοίχους κι ένα μαύρο ρυάκι ξεχύθηκε στον υπόνομο.
Οι σημαίες, οι οθόνες, τα πλακάτ και οι ρεκλάμες, οι γραβάτες με τα λάπτοπ, όλος ο κόσμος στο μπλέντερ, άρχισαν τα δύσκολα, ο Τσε δεν ήρθε στο ραντεβού, η Μαρία είναι ακόμα στο κομμωτήριο, τα μακαρόνια στο ψυγείο κι ο παράδεισος μακριά…»
Το συγκεκριμένο τραγούδι που «ανοίγει την παράσταση» ερμηνεύει ο συνθέτης και η μικρή του κόρη Νίκη.

Η παράσταση αρχίζει
κι η οθόνη φωσφορίζει

κι από μπρος μου ένας-ένας απροσκάλεστοι περνούν
ευτυχείς σημαιοφόροι,
βραχνιασμένοι κανταδόροι

στην ζωή μου ασελγούν.
Όλοι θέλουν να με σώσουν,
από 'μένα να γλιτώσουν
και σαν στοργική μητέρα
απ' την πόρτα κρυφακούν.
Ευγενείς κονδυλοφόροι,
της ανάγκης μισθοφόροι
την ζωή μου ξεπουλούν
.
Όλα γύρω μου αλλάζουν,
με γελούν και με τρομάζουν

με μια γλώσσα δίχως λόγια για παράδεισο μιλούν.
Μασημένη η τροφή τους
για την νέα εποχή τους
να με πείσουν προσπαθούν
.
Κάποια μέρα θα ξυπνήσω
κι όλους θα τους εξηγήσω

πως δεν θέλω άλλο πλέον την ζεστή τους αγκαλιά.
Τα σημάδια μου θα σβήσω
και την πόρτα μου θα κλείσω

δίχως ήχο και μιλιά.
Η παράσταση αρχίζει
κι η οθόνη φωσφορίζει,
μέχρι το έργο να τελειώσει
εγώ θάχω κοιμηθεί.
Κοίτα να 'ρθεις πριν νυχτώσει,
η εικόνα πριν παγώσει

και το όνειρο χαθεί.