5 Ιουλ 2008

Παρουσίαση βιβλίου
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται
Νίκος Καζαντζάκης
Εκδ. Ελ. Καζαντζάκη 1974

Το έργο αυτό του Νίκου Καζαντζάκη εκδόθηκε το 1954, χρονιά που η Ιερά Σύνοδος ζήτησε από την κυβέρνηση την απαγόρευση των βιβλίων του. Ο ίδιος, απαντώντας στις απειλές της εκκλησίας για τον αφορισμό του, έγραψε σε επιστολή του: «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ». Τελικά η Εκκλησία της Ελλάδος δεν προχώρησε στον αφορισμό του Νίκου Καζαντζάκη, καθώς ήταν αντίθετος ο οικουμενικός πατριάρχης Αθηναγόρας.
Έχει γραφτεί σχετικά: Το μυθιστόρημα αυτό αφηγείται την άφιξη μιας ομάδας προσφύγων στο πλούσιο χωριό Λυκόβρυση, τη στιγμή που οι νεότεροι του χωριού ετοιμάζονται να παίξουν τους ρόλους τους σε ένα θρησκευτικό δράμα το επόμενο Πάσχα. Κάτω από την πίεση αυτών των γεγονότων οι χωρικοί-πρωταγωνιστές ταυτίζονται ολοένα και περισσότερο με τα πρόσωπα του Eυαγγελίου που πρόκειται να υποδυθούν ή και καταλαμβάνονται από αυτά. Οι άρχοντες του χωριού αντίθετα καταλήγουν στο ρόλο των Φαρισαίων· ο παπάς του χωριού Γρηγόρης οδηγείται ανεπαίσθητα από τις περιστάσεις και από την ιδιοσυγκρασία του στο ρόλο του Kαϊάφα· τον ρόλο του Πιλάτου υποδύεται κατά τρόπο έξοχο αν και άθελά του, και με πολύ χιούμορ από τη μεριά του Kαζαντζάκη, ο τοπικός Tούρκος Αγάς, ένας καλόβολος παιδεραστής . Στο έργο αυτό υπάρχει μια ενδιαφέρουσα αντιστροφή ο Mανολιός καλείται να παίξει το ρόλο του Xριστού, δηλαδή γεννιέται ως Xριστός, το Πάσχα· και δολοφονείται τελετουργικά στην εκκλησία ανήμερα τα Xριστούγεννα, όταν σύμφωνα με το μύθο θα έπρεπε να γιορτάζεται η γέννηση του Xριστού. O Kαζαντζάκης εκμεταλλεύεται τις μυθικές και τις ιστορικές διαστάσεις στο μυθιστόρημα του. H ιστορία του Iησού στη Bίβλο λαμβάνει χώρα με φόντο τις φιλοδοξίες των τότε Eβραίων για ανεξαρτησία από τη Pωμαϊκή Aυτοκρατορία, φιλοδοξίες που βρήκαν ολέθριο τέλος το 70 μ.X. με την καταστροφή των Iεροσολύμων. H τοποθέτηση του μυθιστορήματος στη Mικρά Aσία λίγο πριν την καταστροφή του 1922 επιτρέπει στον Kαζαντζάκη να υπαινίσσεται την ιστορική ομοιότητα ανάμεσα στη μοίρα των Eβραίων της αρχαιότητας και αυτή των Eλλήνων τον εικοστό αιώνα. Στο μυθιστόρημα υπάρχουν τέλος πλείστες αναφορές στο μπολσεβικισμό. Οι πρόσφυγες που κατασκηνώνουν έξω από το χωριό, απευθύνονται μάταια στους χωρικούς για βοήθεια, και τελικά όταν αυτή δεν τους παρέχεται επιτίθενται, στιγματίζονται από τους χωρικούς και τους Tούρκους σαν Mπολσεβίκοι. H σύγκρουση ανάμεσα στον κομμουνισμό και το υπάρχον καθεστώς είναι πραγματικά ευνόητη, αφού το μυθιστόρημα τοποθετείται χρονικά λίγο μετά τη Pωσική Eπανάσταση, αλλά στην ουσία έχει πολύ περισσότερο να κάνει με τη σύγκρουση που έφτανε προς το τέλος της ενώ ο Kαζαντζάκης έγραφε το μυθιστόρημα, δηλαδή τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο. H αντιπαράθεση ανάμεσα στους έχοντες στη Λυκόβρυση και τους μη έχοντες που κατασκηνώνουν στο βουνό είναι μια παραβολή για την πραγματική σύγκρουση εκείνης της εποχής ανάμεσα σε Έλληνες και Έλληνες. Έτσι ο Mανολιός-Xριστός δεν μεταμορφώνεται μονάχα σε άγιο αλλά και σε κοινωνικό επαναστάτη, ενώ ο παθιασμένος παπα-Φώτης, ο ηγέτης των προσφύγων, συνδυάζει τα χαρακτηριστικά, αλλά και μερικές από τις πεποιθήσεις του παραδοσιακού Oρθόδοξου ασκητή με εκείνα του φλογερού επαναστατικού ηγέτη. Η άμεση παραπομπή σε μύθους δεν παρέχει μόνο μια δομή για την πλοκή του μυθιστορήματος, αλλά παράλληλα συνδέει με μεταφορικό στοχασμό τρεις ξεχωριστές ιστορικές εποχές την Iουδαία του καιρού των Παθών, τους Έλληνες της Μικράς Ασίας στα πρόθυρα της μαζικής τους εκδίωξης το 1922-3 και τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο του 1944-49. Tο μυθιστόρημα αντιστοιχεί τις εποχές αυτές με τρεις ιδεολογίες ή δόγματα: το Xριστιανισμό, τον εθνικισμό της Mεγάλης Iδέας και τον Kομμουνισμό.