13 Δεκ 2009

Παρουσίαση βιβλίου
Το φεγγάρι κατέβηκε χαμηλά
Τζων Στάινμπεκ
Εκδ. Ζαχαρόπουλος 1985







Επιτέλους, άλλο ένα σπάνια συναρπαστικό βιβλιαράκι. Συναρπαστικό με τον κυριολεκτικό ορισμό. Σε συν-αρπάζει από τις πρώτες σελίδες. Σε αρπάζει και σε πηγαίνει εκεί, στο τόπο του ονείρου. Όχι μόνο με την πλοκή, δηλαδή την περιέργεια να μάθεις τι γίνεται στην επόμενη σελίδα. Αλλά και με το εκφραστικό μέσο, δηλαδή την καλή γραφή. Με τις όμορφες ιδέες : την αγάπη για την ελευθερία, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τον σεβασμό του διαφορετικού, την αποστροφή για τον πόλεμο.
Ο Τζων Ερνστ Στάινμπεκ γεννήθηκε στην Καλιφόρνια το 1902. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, κύριος εκπρόσωπος του νατουραλισμού και της κοινωνικής πεζογραφίας στη χώρα του. Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ο Στάινμπεκ εργάστηκε ως πολεμικός ανταποκριτής. «Το φεγγάρι κατέβηκε χαμηλά» που γράφτηκε το 1943 δεν είναι από τα μείζονα έργα του. Το 1962 πήρε Νόμπελ λογοτεχνίας. Πέθανε το 1968.
Μερικά αποσπάσματα:
... Ο λοχαγός Λοφτ ήταν λοχαγός όσο περισσότερο μπορεί κανείς να το φανταστεί. Ζούσε και ανάσαινε για τον βαθμό του, του λοχαγού. Δεν είχε στιγμές μη στρατιωτικές. Μια ακατανίκητη φιλοδοξία τον έσπρωχνε ν’ ανεβαίνει τους βαθμούς... Χτυπούσε τις φτέρνες του τη μια με την άλλη τόσο τέλεια όσο κι ένας χορευτής. Ήξερε την κάθε στρατιωτική αβροφροσύνη κι επέμενε να τις χρησιμοποιεί όλες. Οι στρατηγοί τον φοβόντουσαν γιατί ήξερε καλύτερα από τους ίδιους, τους στρατιωτικούς κανόνες της διαγωγής. Θεωρούσε και πίστευε πως ένας στρατιωτικός είναι η ανώτατη εξέλιξη της ζωής. Αν σκεφτόταν ποτέ τον Θεό, τον θεωρούσε σαν ένα γέρο και τιμημένο στρατηγό, απόστρατο και γκριζομάλλη, που ζει ανάμεσα σε αναμνήσεις από παλιές μάχες... Ο λοχαγός Λοφτ πίστευε πως οι γυναίκες τον ερωτεύονται με την στολή του, και πως δεν ήταν δυνατόν να ‘ναι διαφορετικά...

... Στον πόλεμο οι περίγυροι είναι αόριστοι, οι πραγματικότητες γίνονται φανταστικές και μια ομίχλη θολώνει το μυαλό. Η ένταση, η έξαψη, η κούραση, η κίνηση, όλα συγχωνεύονται, σ’ ένα μεγάλο γκρίζο όνειρο, έτσι που όταν τελειώσει, δύσκολα θυμάσαι πως ήταν όταν σκότωνες ανθρώπους, ή όταν τους πρόσταζες να σκοτωθούν. Ύστερα, άλλοι άνθρωποι, που δεν ήταν εκεί, σου λένε σαν τι έμοιαζε, κι εσύ απαντάς αόριστα : «Ναι, υποθέτω πως έτσι ήταν».
… Αν τους πω να μην αγωνιστούν, θα λυπηθούν γι’ αυτό, αλλά θ’ αγωνιστούν. Αν τους πω ν’ αγωνιστούν, θα χαρούν, κι εγώ, που δεν είμαι και τόσο γενναίος, θα τους έχω κάνει λίγο γενναιότερους...
... Δεν αρέσει στο λαό να τον κατακτούν, κι έτσι δε θα κατακτηθεί. Οι ελεύθεροι άνθρωποι δεν αρχίζουν πόλεμο, αλλά μια κι έχει αρχίσει ο πόλεμος, τον συνεχίζουν, έστω και νικημένοι, ώσπου να νικήσουν. Οι αγελαίοι άνθρωποι που ακολουθούν έναν ηγέτη, δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο, κι έτσι πάντα οι αγελαίοι κερδίζουν τις μάχες και οι ελεύθεροι κερδίζουν πολέμους...